τακτισμός

τακτισμός
ο биол тропизм

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "τακτισμός" в других словарях:

  • τακτισμός — Η κινητική αντίδραση (μετακίνηση ή προσανατολισμός) που παρουσιάζουν ορισμένα φυτά και ζώα προς τα εξωτερικά φυσικά και χημικά ερεθίσματα. Διάφορες επιστημονικές παρατηρήσεις απέδειξαν ότι πολλές κινήσεις φυτών ή ζώων ή ορισμένων οργάνων τους… …   Dictionary of Greek

  • υδροτακτισμός — ο, Ν 1. βιολ. α) κατευθυνόμενη απόκριση ενός κινητού οργανισμού, η οποία συνίσταται στη μετακίνησή του προς το νερό ή σε απομάκρυνσή του από αυτό, με οδηγό τη διαβάθμιση τής υγρασίας β) (ειδικά) περίπτωση τής συμπεριφοράς τών υδρόβιων ζώων κατά… …   Dictionary of Greek

  • κύτταρο — Η μικρότερη οργανωμένη μονάδα ζωής, η οποία είναι ικανή να ζήσει και να αναπαραχθεί από μόνη της. Όλοι οι ζωντανοί οργανισμοί, από τα βακτήρια μέχρι τα πιο πολύπλοκα φυτά και ζώα, αποτελούνται από κ.· τα βακτήρια, τα πρωτόζωα, ορισμένοι μύκητες… …   Dictionary of Greek

  • σεισμόταξη — η, Ν βιολ. τακτισμός οφειλόμενος σε απόκριση στις μηχανικές δονήσεις. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. seismotaxis (< σεισμός + τάξις)] …   Dictionary of Greek

  • τροπισμός — Φαινόμενο κατά το οποίο τα φυτά και τα όργανά τους, με την κατευθυντήρια επίδραση εξωτερικών ερεθισμών, κυρτώνονται, ώστε το φυτικό σώμα να προσανατολίζεται σύμφωνα με την κατεύθυνση προς την οποία εκδηλώνεται το ερέθισμα (θετικός τ.) ή αντίθετα… …   Dictionary of Greek

  • υγροτακτισμός — ο, Ν βιολ. υγροταξία. [ΕΤΥΜΟΛ. < υγρός + τακτισμός < τάσσω] …   Dictionary of Greek

  • χημειοτακτισμός — και παλ. τ. χημικοτακτισμός, ο, Ν βιολ. η προσέλκυση ή απομάκρυνση ενός κυττάρου ή μικροοργανισμού προς ή από μια χημική ουσία (α. «θετικός χημειοτακτίσμός» β. «αρνητικός χημειοτακτισμός»). [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. chimiotactisme <… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»